Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012

Συνέντευξη του Χρήστου Λεοντή στον ΟΔΗΓΗΤΗ


"Οδηγητής": Κύριε Λεοντή σας ευχαρι­στούμε πολύ που μας δεχτήκατε γι' αυτή τη συνέντευξη.
Χρήστος Λεοντής: Εγώ σας ευχαριστώ, με­γάλη χαρά και υποχρέωσή μου.
“Ο”: Ξεκινώντας τη συζήτηση θέλουμε να γυρίσουμε πίσω και να μας πείτε δύο λόγια για το πώς γνωριστήκατε με το Μό­νο Λοίζο και πώς ξεκίνησε η συνεργασία σας μαζί του.
Χ.Λ. : Με το Μόνο σα μουσικοί είμαστε δίδυμοι. Κι αυτό γιατί η πρώτη μας, η παρ- θενική μας συναυλία, δόθηκε το Μάρτη του 1963 στο θέατρο "Ακροπόλ"στην οποία μας παρουσίασε στο κοινό ο Μίκης Θεοδωράκης. Μετά από δυο-τρεις μήνες είχαμε προσληφθεί στο θέατρο "Παρκ" για να διευθύνουμε την ορχήστρα σε μια επιθεώρηση που είχε κάνει ο Χατζιδάκης με τον Θεοδωράκη, τη “Μαγική πόλη", στην πρεμιέρα της οποίας μας παρουσίασε ο Χατζιδάκης. Με τον Μάνο γνωριστήκαμε στο Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής στα τέλη του 1962. Νωρίτερα είχα γνωριστεί με τον Μίκη και είχαμε κάνει μα­ζί με τον Μαρκόπουλο τα αντιγραφικά στην πρώτη συναυλία που έκανε ο Μίκης στο θέ­ατρο “Κεντρικόν" με την ορχήστρα της ΕΡΤ. Ο Μίκης με ρώτησε αν γράφω τραγούδια και μ’ έβαλε να του παίξω ένα έργο μου. Αμέσως ενθουσιάστηκε και μου πρότεινε να οργανώσουμε μαζί μια συναυλία. Ήμουν μόλις είκοσι χρονών τότε και η πρόταση αυτή ήταν πολύ μεγάλη τιμή και χαρά για ένα νέο μουσικό. Αμέσως έπεσα λοιπόν στη δουλειά με τα μούτρα, ωστόσο ο Μίκης πήρε παραγγελία να γράψει μουσική για δύο παραστάσεις του Εθνικού και μου ζήτησε ν' αναβάλλουμε τη συναυλία. Εγώ όμως... δεν κρατιόμουνα με τί­ποτα και του απάντησα πως αναγκαστικά θα προχωρούσα, ζητώντας του μόνο να με βοη­θήσει να βρω μια χορωδία. Έτσι με έστειλε στο Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής, ένα σύλλογο που είχε ιδρυθεί εκείνα τα χρόνια για να υπερασπιστεί τη μουσική του Θεοδω­ράκη. Φτάνω λοιπόν στο σύλλογο, μπαίνω σ' ένα δωμάτιο και βλέπω μια παρέα νέων να κάθεται κατάχαμα. Ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν ο Μάνος, ο Σαββόπουλος, η Φαραντούρη, ο Φώντας Λάδης, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Κώ­στας Βρετάκκος και άλλοι που αποτελούσαν τότε τη χο­ρωδία του Συλλόγου. Ξεκινή­σαμε τις πρώτες δοκιμές και μετά από λίγο ήρθε κοντά μου ο Ζάκης ο Κουνάδης που ήταν πρόεδρος του Συλλόγου και μου λέει:
- Θέλεις στη συναυλία σου να είναι και κάποιος άλλος μαζί;
- Σαν ποιός δηλαδή;
- Να αυτός! Μου απάντησε δείχνοντάς μου το Λοΐζο. Έπαιξε ένα τραγούδι του, έπαιξα κι εγώ ένα δικό μου   κι αμέσως συμφωνήσαμε! Έτσι λοιπόν γνωρι­στήκαμε με το Μάνο, έτσι γίναμε φίλοι κι από τότε προχωρήσαμε μαζί και στην τέχνη και τους αγώνες...

“Ο": Ο Μάνος Λοϊζος είχε πει κάποτε αναφερόμενος στο ζήτημα της στρατευμένης τέχνης: «Το θέμα είναι να μπορείς να είσαι στρατευμένος και συγχρόνως γνήσιος καλλιτέχνης, λέγοντας αυτά που πιστεύεις. Πρέπει να υπάρχει στρατευμένη τέχνη, γιατί μέσα στο δρόμο αυτής της σχολής, μπορούν να βγουν αριστουργηματικά έργα». Ποια είναι η σημασία της καλλιτεχνικής στράτευσης για τους νέους δημιουργούς, ιδίως στη σημερινή εποχή που συστηματικά πλασάρεται η στρατευμένη τέχνη ως μια παλιά και ξεχασμένη “κομμουνιστική επινόηση";
Χ.Λ. : Πρώτα απ' όλα πρέπει να ξεκαθα­ρίσουμε τι είναι η στρατευμένη τέχνη. Στρα τευμένη είναι η τέχνη που έχει να κάνει με το συνάνθρωπό σου, η τέχνη που ασχολείται με τους πόνους και τις αγωνίες του διπλανού σου. Θα μπορούσαμε ακόμα να πούμε πως στρατευμένα είναι τα πάντα. Όταν όμως έχεις να κάνεις με τις βαθύτερες και ουσιαστικότε­ρες ανησυχίες των ανθρώπων τότε τα πράγμα­τα αλλάζουν. Η τέχνη δεν είναι μόνο το πώς θα διασκεδάσεις, το πώς θα εκτονωθείς, αλλά πριν απ' όλα το πώς θα προβληματιστείς, πώς θα σκεφτείς με αλλυλεγγύη για τους άλλους, το πώς θα λειτουργήσεις σε σχέση με το γεί­τονά σου και το διπλανό σου. Όταν γράφεις για να επισημάνεις ουσιαστικά πράγματα της ζωής και για να επικοινωνήσεις σε βάθος με το κοινό κι όχι μόνο για νο διασκεδάσεις τότε κάνεις στρατευμένη τέχνη.  Θυμάμαι κάποτε που ρώτησα ένα συνάδελφό μου:
-Όταν γράφεις μουσική λαβαίνεις υπόψη σου το κοινό;
Απάντηση: -Όχι γιατί κάτι τέτοιο Θα εξευ­τέλιζε την τέχνη μου.
Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό ειπώθηκε επίσημα σε μεταπτυχιακούς φοιτητές θεατρολογίας στους οποίους δίδαξα κι εγώ. Όταν βέβαια ήρθε η σειρά μου τους ξεκαθάρισα πως ήμουν κάθετα αντίθετος μ' αυτή την ελιτίστικη προσέγγιση.
Τους εξήγησα πως εγώ πριν απ' όλα κα­τεβαίνω από τη σκηνή στην πλατεία και προσπαθώ να φανταστώ αυτό που θα μου γεννήσει έξαρση, συγκίνηση κι αίσθηση επι­κοινωνίας μ' αυτό που βλέπω επάνω. Κι όταν χάνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο η επικοινωνία, όταν ένας καλλιτέχνης δημιουργεί μόνο για τον εαυτό του χωρίς να λογαριάζει το θεμε­λιώδη παράγοντα της επικοινωνίας με το κοι­νό, τότε δεν μπορούμε να πούμε πως κάνει τέχνη. Δεν μπορείς ν' αγνοήσεις την ανάγκη επικοινωνίας με τις βαθύτερες ανησυχίες του ανθρώπου.
"Ο": Έχετε γράψει πολύ μουσική για το θέατρο, έχετε μελοποιήσει σπουδαίους ποιητές όπως ο Ρίτσος, έχετε τραγουδήσει μια εποχή μεγάλων αγώνων.
Στις μέρες μας, ανεξάρτητα από τη γενι­κότερη κατάσταση και τις κοινωνικές συν­θήκες, τι μπορεί να εμπνεύσει ένα δημι­ουργό, υπάρχουν σήμερα νέοι δημιουργοί που μπορούν να εκφράσουν όλες αυτές τις αξίες στις οποίες ήδη αναφερθήκαμε;
Χ.Λ.: Πρέπει να βρεθεί το πρωτογενές υλι­κό, οι μουσικοί να παίξουνε τα τραγούδια τους, να τα ακούσει ο κόσμος και να τα κρί­νει, να τα αγκαλιάσει ή να τα απορρίψει.
Είναι πολύ σημαντικό να διαμορφωθεί μια συνείδηση στους νέους καλλιτέχνες να δούνε τι συμβαίνει ακριβώς δίπλα τους και να εκ­φραστούν μέσα απ' το κίνημα.
Αλλά αν ένας καλλιτέχνης δεν έχει καν ένα βήμα για να παρουσιάσει τη δουλειά του, να δει τις αντιδράσεις του κόσμου και να διδα­χθεί από αυτές, τότε δεν μπορούμε ούτε να ξεκινήσουμε. Αυτή η επικοινωνία είναι ανα­γκαία για να δημιουργηθεί ένας καινούργιος δρόμος δημιουργίας. Θα το επαναλάβω ωστόσο, είναι απαραίτητο να δοθεί ένα σταθερό βήμα σ’ αυτούς τους νέους δη­μιουργούς, εγώ έχω προσπαθήσει κατ' επανάληψη με πολλά εξαιρετικά παιδιά με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Έχω δώσει πολλές κοινές συναυλίες στις οποί­ες έβλεπες μια συνέχεια και μια ομορφιά, μια συνέχεια ανάμεσα σε διαφορετικές εποχές που η μία "αντιμάχεται" την άλλη. Προσέξτε όμως: Καμία σχέση όμως με το κυρίαρχο δόγ­μα του ανταγωνισμού και της αντιπαλότητας. Εδώ επρόκειτο για ειλικρινή συνεργασία, για μια όμορφη άμιλλα και συναγωνισμό. Είναι κρίμα που η δύναμη της συνήθειας έχει
καταστήσει έννοιες σαν κι αυτές αυτονόητες στη συνείδηση του κόσμου, κι εκεί είναι που μπαίνει η σημασία της πολιτιστικής δουλειάς.
“Ο": Πολλοί ταυτίζουν λανθασμένα το Λοίζο με το ροκ και τη μπαλάντα. Ωστόσο σε μια παλιότερη δημοσίευσή σας είχατε αναδείξει το αντίθετο αναφερόμενος στο δίσκο “ Ευδοκία", γράφοντας τα ακόλουθα: «Σκεφτείτε το δίσκο του με το τσιφτε­τέλια που με τον θείο τρόπο ερμηνεύει η κυρία Αλεξίου. Εδώ ο ρυθμός, η μελωδική γραμμή, μα και η ερμηνεία εκφράζουν, σε όλο τους το μέγεθος, το πάθος, τη νωχέλεια και τον ερωτισμό της Ανατολής. Τι σχέση μπορούν να έχουν αυτά τα τσι­φτετέλια με αυτά των σκυλάδικων;»
Χ.Λ.: 0 Λοϊζος πριν απ’ όλα είναι μελωδός και, όπως όλοι μας, βαθύτατα επηρεασμένος απ' τη λαϊκή μας μουσική παράδοση την οποία ααφομοίωσε και αξιοποίησε στο έπα­κρο. Ολοκληρωμένος καλλιτέχνης στη σύλ­ληψη του θέματος, έχει βαθιά γνώση της λαϊκής παράδοσης και ξεκάθαρο προσα­νατολισμό για να την πάει πιο πέρα. Στην προσπάθεια αυτή της γνήσιας δημιουργίας και της ουσιαστικής επικοινωνίας, χρησιμο­ποιεί όλες τις λαϊκές εκφραστικές φόρμες, όπως είναι βέβαια και το τσιφτετέλι, το ζεϊ­μπέκικο και πολλές άλλες.
“Ο": Η μεγάλη συναυλία-αφιέρωμα στο Μάνο Λοϊζο με τίτλο “Τ' όνειρό σου ανασταίνω” θα έχει ξεχωριστή θέση στο πολιτιστικό πρόγραμμα του φετεινού Φε­στιβάλ. Μπορείτε να μας πείτε δυο λόγια για τη δουλειά που έχετε ετοιμάσει;
Χ.Λ.: Προσπαθήσαμε με τα μέσα που δι­αθέτουμε να οργανώσουμε μια σφαιρική, αντιπροσωπευτική προβολή της εργασίας του Μάνου, των αξέχαστων τραγουδιών του, της ανεκτίμητης καλλιτεχνικής του προσφοράς. Είναι καθαρό πως έχω ένα πολύ γερό συναι­σθηματικό δέσιμο και γι’ αυτό δουλεύω εδώ και πολλές μέρες απ’ το πρωί ως το βράδυ για την προετοιμασία αυτής της δουλειάς. Θέλω να βγει όσο το δυνατόν καλύτερα στον κόσμο πως η πολύτιμη προσφορά του Μάνου, παρότι έγινε πριν από 40-50 χρόνια, μπορεί να σταθεί και σήμερα ως παράδειγμα για τους νέους μουσικούς. Με “δανεικά" τραγούδια είμαστε και σήμερα δυστυχώς και γι' αυτό οι καλοί μουσικοί των ημερών μας χρειάζονται πιστεύω έναν πιο ξεκάθαρο ιδεολογικό προσανατολισμό αν θέλουν να δημιουργήσουν κάτι βαθύ και ουσιαστικό που ν' αντέξει στο χρόνο.
“Ο": Τραγούδια όπως τα δικά σας και του Μάνου, τραγούδια που γράφτηκαν πριν από τόσα χρόνια συνεχίζουν να συ­ντροφεύουν το λαό, τη νεολαία και τους αγώνες τους με την ίδια ζωντάνια, σα να γράφτηκαν χθες. Ποια είναι η "συνταγή", η δική σας συμβουλή προς τους νέους δη­μιουργούς ώστε το έργο τους να έχει την ίδια μεγάλη αξία και αντοχή;
Χ.Λ.: Συνταγή δεν υπάρχει, υπάρχει μό­νο μέθοδος: Σκεφτόμαστε και αγωνιούμε για ένα λαό, για τα παιδιά μας. Δεν ξεχνάμε ποτέ ότι χιλιάδες άνθρωποι πριν από μας θυσιά­στηκαν. Οφείλουμε λοιπόν να εκφραζόμαστε μέσα από αυτές τις αγωνίες. Εμείς της γενιάς μου δεν ήμασταν τα μεγάλα “ταλέντα” που ξαφνικά ξεπετάχτηκαν, ήμασταν απο­τέλεσμα κοινωνικοπολιτικών συνθηκών.
Το 1950-60, μετά την Κατοχή και τον εμ­φύλιο, η κοινωνία έψαχνε έναν τρόπο να ανασάνει, ζητούσε κάτι διαφορετικό κι αυτό δε θα μπορούσε να μην εκφραστεί και στην πολιτιστική ζωή στην οποία μέχρι τότε -όχι τυχαία- κυριαρχούσαν τα "ελαφρά” και τα σκυλάδικα της εποχής.., "Κατά σύμπτωση" τότε έκανε ο Θεοδωρόκης τον "Επιτάφιο", εγώ την “Καταχνιά", ο Ελύτης το 'Άξιον εστί", τότε βγήκανε ο Μάνος, ο Μαρκόπουλος, ο Ξαρχάκος και τόσοι άλλοι. Είσαι με το λαό; Μπορείς να δημιουργήσεις. Δεν είσαι; Δεν πρόκειται να φτάσεις πέρα απ' τον εαυτό σου. Η δουλειά σου περνά μέσα απ' το λαό. Δεν υπάρχει τίποτα χωρίς ιδεολογία, χωρίς να 'χεις καθαρό με ποιον είσαι και με ποιον όχι. Αυτή είναι η συμβουλή μου προς τους νέους δημιουργούς.
Συνέντευξη: Μάρκος Ηλιάδης, Νατάσα Ψάλτη
Από τον ΟΔΗΓΗΤΗ του Σεπτέμβρη

Δεν υπάρχουν σχόλια: