Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Αποσπάσματα από τις θέσεις της Κ.Ε. του ΚΚΕ για το 19ο Συνέδριο



Η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη 

27. Το Κόμμα μαχητικά αντεπιτέθηκε και ανέπτυξε συστηματική δρά­ση σε μια σειρά από ιδεολογικοπολιτικά ζητήματα που τέθηκαν στη διαπάλη μέσα στο κίνημα, στο γενικότερο πολιτικό αγώνα, σε όλες τις ε­κλογικές αναμετρήσεις, ανεξάρτητα από τις απώλειες στη διπλή εκλογική αναμέτρηση.
Σημαντικός ήταν ο ρόλος του ΚΚΕ στην αποκάλυψη του χαρακτήρα της κρίσης, των μνημονίων, της συμφωνίας για το «κούρεμα» του χρέους, της σημασίας που έχει η δυσκολία του αστικού πολιτικού συστήματος και γενι­κότερα του καπιταλισμού να διαχειριστεί την κρίση, στην πρόβλεψη των ε­ξελίξεων στην ΕΕ. Επίσης, στην ανάδειξη των δύο δρόμων ανάπτυξης, στο ζήτημα των διάφορων συνταγών αστικής διαχείρισης της κρίσης και της φι­λεργατικής φιλολαϊκής διεξόδου από την κρίση, στην ανάδειξη της αναγκαι­ότητας αποδέσμευσης από την ΕΕ, της μονομερούς διαγραφής του χρέους, της εργατικής λαϊκής εξουσίας και του βασικού της περιεχομένου. Στην α­νάδειξη της αξίας της διεθνούς ταξικής αλληλεγγύης απέναντι στα θύματα της μετανάστευσης, οικονομικούς μετανάστες και πολιτικούς πρόσφυγες.
Με διάφορες μορφές και τρόπους σε όλες τις εξελίξεις της περιόδου 2009­2012 η ιδεολογική διαπάλη, εκεί που έφτανε η φωνή του Κόμματος, κινή­θηκε γύρω από το ερώτημα: Διαχείριση της κρίσης ή διέξοδος υπέρ του λα­ού; Με άλλα λόγια: Μεταρρύθμιση ή επανάσταση;

Η βελτίωση της παρέμβασης του Κόμματος που σημειώθηκε την περίο­δο 2009-2012 προσέκρουε στις ιδεολογικοπολιτικές συνέπειες, που απορ­ρέουν από σχετικά μακροχρόνιους παράγοντες όσο και της περιόδου της κρίσης, δηλαδή τις πολύμορφες συνέπειες από τις ανατροπές των σοσια­λιστικών καθεστώτων και από την αναπόφευκτη αρνητική αλλαγή του συ­σχετισμού δυνάμεων. 
28. Βασικά σημεία της ιδεολογικοπολιτικής πάλης:
Α) Αναδείχτηκαν τα όρια του συνδικαλιστικού αγώνα στη σημερινή φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης. Όταν ένας τόπος δουλειάς, ένας κλάδος βγαίνει μπροστά μαχητικά χω­ρίς να συναντά την απαιτούμενη ανάλογη στήριξη, δυσκολεύεται και ο ί­διος στο χειρισμό της εξέλιξης του αγώνα, καθώς η εργοδοσία δείχνει τη γνωστή ταξική αδιαλλαξία. Αποδείχτηκε ότι ειδικά σε συνθήκες καπιταλι­στικής οικονομικής κρίσης και ιδιαίτερα σε κλάδους που πλήττονται, ακό­μα και ένας επιμέρους αγώνας είναι δύσκολο να έχει επιτυχία εάν δε δια­μορφώνονται προϋποθέσεις σύγκρουσης στο επίπεδο του επιχειρηματικού ομίλου, του κλάδου, συνολικής σύγκρουσης με το κεφάλαιο για ριζική α­νατροπή στο επίπεδο της πολιτικής εξουσίας. 
Β) Αναπτύχτηκε μελετημένη επίθεση στο ΚΚΕ ως βασική πλευρά της α­ναδιάταξης του αστικού πολιτικού συστήματος, με τη χρησιμοποίηση κλα­σικών και νέων μέσων, όπως είναι η αξιοποίηση του διαδικτύου. 
Ο στόχος της επίθεσης είναι η απομόνωση και περιθωριοποίηση του ΚΚΕ, ως και η μετατροπή του σε εξωκοινοβουλευτική πολιτική δύναμη, προς ό­φελος των ρεφορμιστικών, οπορτουνιστικών δυνάμεων που επιδιώκουν τη συμμετοχή σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης. Ταυτόχρονα, επιχειρείται να ασκηθεί ιδεολογική πίεση, ώστε το Κόμμα να ενσωματωθεί μέσα στο αστικό πολιτικό σύστημα ως στοιχείο της αναμόρφωσής του και ως δύναμη στή­ριξης της αλλαγής του μείγματος διαχείρισης.
Η επίθεση στο ΚΚΕ αλλά και στις δυνάμεις του ταξικά προσανατολισμέ­νου συνδικαλιστικού κινήματος, η οποία σχεδιάστηκε συστηματικά από το 2007, όταν το ΚΚΕ, κατέγραφε άνοδο της πολιτικής του επιρροής που εκ­φράστηκε στο αποτέλεσμα των εκλογών της ίδιας χρονιάς, πήρε τα εξής χαρακτηριστικά το προηγούμενο διάστημα: 
Το χυδαίο αντικομμουνισμό, τη συκοφαντική αντισοσιαλιστική προπα­γάνδα που συνιστά επίσημη ιδεολογία και της ΕΕ. 
Την προσπάθεια εμφάνισης του ΚΚΕ σαν κόμμα «συστημικό», δεσμευμέ­νο και υποταγμένο στο σύστημα. Η συκοφαντία αυτή γίνεται σε συνδυασμό με τη διάδοση της αντίληψης «όλοι το ίδιο είναι». 
Το αστικό πολιτικό σύστημα είχε βάλει σε εφαρμογή μελετημένο σχέδι­ο χτυπήματος του ηθικού κύρους του Κόμματος, με επίκεντρο τα οικονομι­κά του. Η προβοκάτσια με την εταιρεία «Γερμανός», η άρνηση του Κόμματος να δημοσιοποιήσει τα ονόματα των ενισχυτών του, οι απολύσεις σε «Τυπο­εκδοτική» και «902» αξιοποιήθηκαν, προκειμένου να «τσουβαλιαστεί» στη συνείδηση των εργαζομένων με τα αστικά κόμματα, στη λογική του «όλοι το ίδιο είναι». 
Την επίθεση «φιλίας», με σκοπό να συρθεί το ΚΚΕ σε «αντιμνημονιακή» γραμμή, στην υποστήριξη της αλλαγής μείγματος αστικής πολιτικής διαχείρισης. 
Την ενδυνάμωση αντικομμουνιστικών αστικών πολιτικών δυνάμεων που μπορούν να αποτελέσουν μαχητικό πσαράγοντα χτυπήματος του εργατικού κινήματος. 
Γ) Ενισχύονται αντιδραστικές τάσεις στη λαϊκή συνείδηση από αυτές τις πολιτικές δυνάμεις και τους φορείς που προέβαλλαν μια σειρά αντιλήψεις, όπως π.χ. δυνάμωναν το ρατσισμό και την ξενοφοβία, στοχοποιούσαν τμή­ματα του πολιτικού προσωπικού, «τους κλέφτες πολιτικούς», ώστε να κρύ­βεται η ουσία του πολιτικού προβλήματος και ο ταξικός χαρακτήρας του α­στικού κράτους και των κομμάτων που το στηρίζουν. Ταυτόχρονα, εξωράι­ζαν άλλα τμήματα του αστικού κράτους (Στρατό, Δικαιοσύνη) σε αντιπαρά­θεση με το πολιτικό σύστημα κ.ά. 
Δ) Προβάλλεται μια εναλλακτική εκδοχή της ρεφορμιστικής γραμμής από δυνάμεις του οπορτουνισμού που επιδιώκουν τη σύναψη πολιτικής συμφω­νίας με βάση το λεγόμενο «μεταβατικό πολιτικό πρόγραμμα πάλης». 
Στόχοι όπως η ρήξη με την ΕΕ, όταν προβάλλονται αποσυνδεδεμένοι από την πάλη για την εξουσία, χάνουν τον ταξικό τους χαρακτήρα, μπορούν - ει­δικά στις σημερινές συνθήκες που η ΕΕ βιώνει κλονισμό της συνοχής της ­να ενσωματωθούν σε αστικές επιδιώξεις. Ο στόχος της εξόδου από την Ευ­ρωζώνη ή και από την ΕΕ έχει ταξικό χαρακτήρα από την πλευρά μερίδας της αστικής τάξης που θέτει ζήτημα αναπροσανατολισμού των ιμπεριαλιστι­κών συμμαχιών της χώρας. 
Η γενική αντιμνημονιακή γραμμή οδηγεί ουσιαστικά το εργατικό κίνημα κάτω από τη σημαία τμήματος της αστικής τάξης, υπηρετεί τα δικά της συμ­φέροντα. 
Ε) Οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες και η προσμονή φιλολαϊκής διεξόδου α­πό μια αστική διακυβέρνηση παραμένουν κυρίαρχες στη μεγάλη πλειοψηφία του λαού, ισχυρές ακόμα και σ’ ένα μέρος των ψηφοφόρων του Κόμματος.
Η αστική εξουσία αποτελείται από θεσμούς, μηχανισμούς φανερούς και κρυφούς, που λειτουργούν ανεξάρτητα από το ποιο αστικό κόμμα βρίσκεται στην κυβέρνηση ή το πώς διαμορφώνεται η κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Εάν υπάρχει έστω και μια πιθανότητα να εκφραστούν κοινοβουλευτικά τέ­τοιες εργατικές - λαϊκές διαθέσεις είναι σίγουρο ότι η αστική εξουσία δε θα ταλαντευτεί καθόλου στο να ακυρώσει με κάθε τρόπο αυτό το ενδεχόμενο. 
Με τη συστηματική και ολόπλευρη δράση του το ΚΚΕ πρέπει να συμβάλ­λει ώστε η ψήφος στο ΚΚΕ από τμήματα των εργατών και των φτωχών λα­ϊκών στρωμάτων να εκφράζει όχι μόνο τη διάθεση να στηριχτεί η πολιτι­κή δύναμη που με συνέπεια παλεύει για τα λαϊκά προβλήματα, αλλά να εκ­φράζει ταξική επιλογή, με στόχο το αδυνάτισμα του αστικού πολιτικού συ­στήματος, της αστικής διακυβέρνησης, ώστε κάθε ρωγμή να ενισχύει την κατεύθυνση της ανατροπής της αστικής εξουσίας και της καπιταλιστικής ι­διοκτησίας. 
ΣΤ) Αναπαράγεται η συνθηματολογία περί απώλειας της εθνικής κυριαρ­χίας της Ελλάδας και κατοχής από τη Γερμανία. Πρόκειται για αποπροσα­νατολιστικό αστικό επιχείρημα, που επιδιώκει να συσκοτίσει το ουσιαστι­κό ζήτημα ότι η υποδεέστερη θέση μιας χώρας σε μια ιμπεριαλιστική συμ­μαχία καπιταλιστικών κρατών (από την οποία απορρέουν ανισότιμες σχέ­σεις μεταξύ τους) δεν αναιρεί τα κοινά στρατηγικά συμφέροντά τους, πά­νω στα οποία διαμορφώνεται η συμμαχία. Έχει αποδειχτεί ιστορικά ότι κα­πιταλιστικά κράτη στηρίχτηκαν ακόμα και με άμεση στρατιωτική και πολι­τική εμπλοκή στο εσωτερικό τους, προκειμένου να αντιμετωπίσουν εσω­τερικές κρίσεις, το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας.
Ο χαρακτήρας του σύγχρονου πατριωτισμού ταυτίζεται με την ανατροπή της αστικής εξουσίας, της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγω­γής, την έξοδο από κάθε καπιταλιστικό διακρατικό συνασπισμό και ιμπερι­αλιστική συμμαχία. 
Ζ) Ενισχύονται αμφιβολίες, λόγω των συνεπειών από την ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ΕΕ, του αρνητικού διεθνούς συσχετισμού δυνάμεων, για το αν είναι δυνατή μια θετική «φιλολαϊκή εξέλιξη» μόνο σε ένα κράτος - μέ­λος της ΕΕ και διαδίδεται η θέση ότι το πεδίο της ταξικής πάλης έχει μετα­τοπιστεί από το εθνικό στο περιφερειακό, διακρατικό επίπεδο. 
Η θέση αυτή προβάλλεται συστηματικά από τις δυνάμεις του οπορτουνι­σμού, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, που, στο όνομα της περιφερειακής ή διεθνούς πάλης, δικαιολογούν πολιτική α­νοχής περιφερειακών ιμπεριαλιστικών ενώσεων, π.χ. της ΕΕ. Οι απόψεις αυτές υποτιμούν τη σχετική αυτοτέλεια της όξυνσης των κοινωνικών αντι­θέσεων σε εθνικό επίπεδο. Η πάλη πρέπει πρώτα απ’ όλα να δίνεται σε ε­θνικό επίπεδο ενάντια στην αστική τάξη και την εξουσία της. Όπως γρά­φεται στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο «το προλεταριάτο κάθε χώρας πρέ­πει να ξεμπερδεύει πριν απ’ όλα με τη δική του αστική τάξη». Η ανισόμε­τρη οικονομική ανάπτυξη είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Από ε­δώ βγαίνει ότι είναι δυνατή η νίκη του σοσιαλισμού στην αρχή σε λίγες ή σε μία μονάχα χώρα, χωριστά παρμένη. 
Η ιστορική πείρα έχει αναδείξει ότι η όξυνση της ταξικής πάλης σε ένα κράτος συνδέεται και με αντίστοιχες διεργασίες που συντελούνται σε άλ­λα κράτη, τουλάχιστον σε περιφερειακό επίπεδο. 

Η πορεία της εκλογικής δύναμης του Κόμματος 

29. Στις ευρωεκλογές (Ιούνης 2009), όπως και στις περιφερειακές ε­κλογές (Οκτώβρης 2010), το Κόμμα πήρε μεγαλύτερα ποσοστά. Στις ευρωεκλογές το υψηλότερο ποσοστό του Κόμματος, σε σχέση με τις εθνικές εκλογές του ίδιου χρόνου, δε συνοδεύτηκε και με αύξηση ψήφων, καθώς η αποχή (που πήρε «αντιδικομματικό» χαρακτήρα) επηρέασε και έ­να μέρος των ψηφοφόρων μας, αυτών που αν ψήφιζαν, θα ψήφιζαν ΚΚΕ. Το ίδιο φάνηκε και στις περιφερειακές. Ήταν σωστή η επιλογή του Κόμμα­τος να εμφανιστεί με ενιαίο ψηφοδέλτιο και θέσεις πανελλαδικά στις τοπι­κές και τις περιφερειακές εκλογές, όπως γινόταν τα προηγούμενα χρόνια όταν υπήρχαν οι νομαρχίες, πράγμα που αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση των ελιγμών των άλλων κομμάτων και τις στενές αντι­λήψεις περί τοπικότητας. Η δυναμική που εμφάνισε το Κόμμα στις περιφέ­ρειες δεν εκφράστηκε στις εκλογές για τους δήμους, με εξαίρεση τη βελτί­ωση των ποσοστών σε ορισμένους μεγάλους δήμους που οι τοπικές εκλο­γές παίρνουν γενικότερο πολιτικό χαρακτήρα. Στο ζήτημα αυτό έχουμε ευ­θύνες, γιατί δε συνδυάζουμε το γενικό πολιτικό αγώνα, τις κοινωνικές δι­εκδικήσεις, την ιδεολογική αντιπαράθεση με το ρόλο της Τοπικής Διοίκη­σης και των εκλεγμένων κι έτσι μένουν σχετικά στο απυρόβλητο. Υποτι­μούμε το γεγονός ότι η Τοπική Διοίκηση δένει χιλιάδες οικογένειες με πολ­λά νήματα μέσω έργων, θέσεων εργασίας, αλλά και πολλαπλών δραστηρι­οτήτων που κάνει μέσω πολιτισμού ή ιατρείων κ.λπ. Τώρα, μάλιστα λόγω κρίσης έχουν δικτυωθεί πολύ πιο βαθιά με τέτοιου τύπου δραστηριότητες. Η φθορά των αστικών κομμάτων δεν επεκτείνεται στα τοπικά τους στελέ­χη που στηρίζουν τη γενική πολιτική γραμμή του συστήματος και βάζουν πλάτες για την ανοχή τους. Παίζει ρόλο, επίσης, το προσωποκεντρικό σύ­στημα, αλλά και το γεγονός ότι τα ψηφοδέλτια απαρτίζονται πολλές φο­ρές από υποψήφιους που ανήκουν σε πολλά κόμματα. Οι τοπικές εκλογές χρησιμοποιούνται ως δοκιμαστήριο για νέα πολιτικά σχήματα, νέα πρόσω­πα, «ακομμάτιστα», για σχήματα - αναχώματα, που ειδικά στις τελευταίες εκλογές ξεπήδησαν σαν μανιτάρια.
Στις εθνικές εκλογές του Οκτώβρη του 2009 εμφανίζονται τα πρώτα συ­μπτώματα των αντιφάσεων που προκαλεί στην εργατική, λαϊκή συνείδη­ση η οικονομική καπιταλιστική κρίση σε συνθήκες που παρέμενε η αναντι­στοιχία του εργατικού κινήματος με τις απαιτήσεις που γεννά η ολομέτω­πη επίθεση της αστικής τάξης. Ταυτόχρονα, ενισχύεται η κυρίαρχη ιδεολο­γία και προπαγάνδα ότι το πολιτικό πρόβλημα είναι η διαχείριση και ο τρό­πος άσκησης της διακυβέρνησης.
Το συνολικό άθροισμα των ψήφων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, σε συνδυασμό με τη μειωμένη εκλογική δύναμη που καταγράφηκε στο ΚΚΕ (σε σύγκρι­ση με εκείνη των εθνικών εκλογών του 2007), τη μεγάλη αποχή από την κάλπη δυσαρεστημένων λαϊκών στρωμάτων, συνιστούσε αρνητικό αποτέ­λεσμα για το λαϊκό κίνημα.
Οι δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012, εκτός από τις σύνθετες αντικει­μενικές και ως ένα βαθμό πρωτόγνωρες συνθήκες, ανέδειξαν και τις μακρο­χρόνιες αδυναμίες και καθυστερήσεις στη δουλειά του Κόμματος και πριν απ’ όλα της ΚΕ, για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, την ενίσχυση της κοινωνικής συμμαχίας, την κομματική οικοδόμηση σε συνθήκες κρίσης και γενικότερων δυσκολιών στην οργάνωση των μαζών, ώστε να εξαντλού­νται όλες οι δυνατότητες που απορρέουν από τις αντικειμενικές εξελίξεις.
Ανεξάρτητα από τους αντικειμενικούς παράγοντες που καθόρισαν την ε­κλογική μείωση, σημειώθηκαν κατά την προεκλογική περίοδο και αδυνα­μίες, ελλείψεις υποκειμενικού χαρακτήρα. Η ΚΕ δε συγκέντρωσε την προ­σοχή της στο γεγονός ότι για πρώτη φορά, σε σχέση με όλες τις προηγού­μενες εκλογικές αναμετρήσεις, μπροστά στο δοκιμαζόμενο λαό έμπαινε ζή­τημα να επιλέξει ανάμεσα σε μια κυβέρνηση στη βάση της ΝΔ ή του ΠΑ­ΣΟΚ, από τη μια, ή μια κυβέρνηση της λεγόμενης «αριστερής συνεργασίας».
Η ΚΕ έπρεπε να καθορίσει το πλαίσιο της πρώτης εκλογικής μάχης στο ί­διο πνεύμα που το επεξεργάστηκε αμέσως μετά τις εκλογές της 6ης Μά­η, να σημάνει συναγερμό στην πρώτη προεκλογική περίοδο για τον κίν­δυνο απωλειών του Κόμματος, τη συστηματική προσπάθεια να προωθη­θεί σχεδιασμένα η αποδυνάμωση του Κόμματος από τις δυνάμεις του συ­στήματος. Δε σημαίνει, βεβαίως, ότι αν στην πρώτη προεκλογική περίοδο είχε χαραχτεί εύστοχη εκλογική τακτική θα ήταν δυνατό να ανατραπεί το ρεφορμιστικό ρεύμα υπέρ κυβέρνησης διαχείρισης της κρίσης, η ανάπτυ­ξη του οποίου έχει αντικειμενική βάση, πατάει σε ανάγκες της αστικής ε­ξουσίας. Όμως, είναι πιθανό οι διαρροές να ήταν σχετικά πιο περιορισμέ­νες και κυρίως να αποτρεπόταν ένα πνεύμα απογοήτευσης, ιδιαίτερα στο χώρο των οπαδών και φίλων του Κόμματος, που δικαίως προκάλεσε το ε­κλογικό αποτέλεσμα.
Η άρνηση συμμετοχής του Κόμματος σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης της κρίσης αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη για το εργατικό και λαϊκό κίνημα. 

Γενικό συμπέρασμα από τον απολογισμό δράσης του Κόμματος 
48. Ως γενικό συμπέρασμα βγαίνει ότι, παρά την όποια προσπάθεια και πρόοδο σημειώθηκε στα ιδιαίτερα καθήκοντα που χάραξε το 18ο Συνέδριο, (ανασύνταξη και επικέντρωση στη δουλειά στην εργατική τά­ξη και το κίνημά της, ενίσχυση της δράσης της Λαϊκής Συμμαχίας, όξυνση της ιδεολογικής διαπάλης, διαμόρφωση κοινού πλαισίου πάλης της εργατι­κής τάξης και των συμμάχων της, επεξεργασία του β΄ τόμου του Δοκιμίου της Ιστορίας του Κόμματος, συστηματική ιδεολογικοπολιτική δουλειά για την κατανόηση και διάδοση των θέσεων του Κόμματος για τη σοσιαλιστι­κή οικοδόμηση) το ΚΚΕ παραμένει πίσω από τις αυξανόμενες και σύνθε­τες απαιτήσεις που προκύπτουν από το συσχετισμό δυνάμεων, τις απαιτή­σεις και τους κινδύνους - δυνατότητες που περικλείει η φάση της κρίσης.
Το βασικό καθοδηγητικό πρόβλημα είναι ότι δε συγκεντρώσαμε έγκαιρα, κυρίως τα προηγούμενα 10 χρόνια, πριν δηλαδή το 18ο Συνέδριο, όλες τις δυνάμεις που διαθέταμε στο κύριο μέτωπο πάλης, από το οποίο εξαρτάται και η γενικότερη πρόοδος, δηλαδή στους τόπους δουλειάς και κλάδους. Ε­κεί, δηλαδή, που κρίνεται πριν απ’ όλα η πρόοδος της ταξικής πάλης, η α­νάπτυξη της πολιτικής συνείδησης και της μαχητικότητας, η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση, το πνεύμα προσφοράς και αυτοθυσίας. Βάρυναν, βέβαια, οι αντικειμενικές δυσκολίες, τα νέα προβλήματα που εμφανίστηκαν λόγω των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και στη συνέχεια της κρίσης, ωστόσο υπάρχει ζήτημα υποκειμενικό ότι δεν αντιπαλεύτηκαν οι δισταγμοί, οι λαθε­μένες αντιλήψεις μη κατανόησης της σημασίας αναδιάταξης των δυνάμεων.
Η πρώτη ευθύνη ανήκει στην ΚΕ από τη θέση και το ρόλο της ως ανώτερου καθοδηγητικού οργάνου του Κόμματος ενδιάμεσα των Συνεδρίων.
Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι η επιβεβαίωση της ορθότητας της στρα­τηγικής του Κόμματος διαμόρφωσε ένα πνεύμα εφησυχασμού από τα πά­νω προς τα κάτω και δε συνοδεύτηκε στον απαιτούμενο βαθμό με την κα­τάκτηση της απαιτούμενης υψηλής καθοδηγητικής ικανότητας του Κόμμα­τος να παίξει το ρόλο της πρωτοπορίας και συσπείρωσης εργατικών λαϊκών μαζών, σε συνθήκες δύσκολες και σύνθετες. Για την αφομοίωση των σοβα­ρών συλλογικών ντοκουμέντων και επεξεργασιών του Κόμματος, με κορυ­φαία τα Συμπεράσματα από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και το Δοκί­μιο της Ιστορίας του ΚΚΕ, Β΄ τόμος (1949 - 1968) απαιτούνταν μεγαλύτε­ρο χρονικό διάστημα, πέραν αυτού ανάμεσα στο 18ο και το 19ο Συνέδριο. Πρόκειται για διαδικασία που απαιτεί χρόνο, για να μελετηθούν και να α­φομοιωθούν τέτοιου τύπου ντοκουμέντα.
Δεν κατακτήθηκε η απαιτούμενη καθοδηγητική ικανότητα, που αντιμετω­πίζει και τους δύο υπαρκτούς κινδύνους: Είτε, στο όνομα της σωστής στρα­τηγικής, να υποτιμούνται πλευρές της δημιουργικής προσαρμογής και εξει­δίκευσης (και να μεταφέρονται οι γενικές θέσεις με συνθήματα), είτε στο όνομα της εξειδίκευσης, να καλλιεργείται η αποσπασματικότητα και επιλε­κτικότητα στην υλοποίηση των σύνθετων πολύπλευρων καθηκόντων, να γί­νεται διάχυση δραστηριοτήτων, υπόκλιση στο αυθόρμητο, στο εφικτό, στο όνομα των αντικειμενικών παραγόντων που προκύπτουν από τον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων. Στο όνομα της γενίκευσης των εκτιμήσεων και της πείρας να χάνονται επιμέρους, αλλά σημαντικές, πλευρές και προβλήματα στην οργάνωση, συσπείρωση, ταξική διαπαιδαγώγηση μαζών, παίρνοντας υπόψη τη δράση του πολυπλόκαμου αντιπάλου.
Ενώ με την αναδιάταξη των δυνάμεων και με τα βήματα στην Κοινωνική Συμμαχία βελτιώθηκε ο προσανατολισμός δράσης του Κόμματος, δε μετα­φράστηκε σε ενιαίο σχέδιο δράσης μελετημένο και ελεγχόμενο από την ΚΕ έως την ΚΟΒ. Το ενιαίο σχέδιο δράσης δεν πρέπει να κατανοείται βέβαι­α ως μια απόφαση της ΚΕ που περικλείει όλες τις λεπτομέρειες του σχεδι­ασμού ενιαία και απαράλλαχτα για κάθε ΚΟΒ ή για όλες τις ΚΟΒ. Το ενιαί­ο σχέδιο πρέπει να συμβάλλει στην ανάπτυξη της ικανότητας εξειδίκευσης κατά χώρο, της ικανότητας πρωτοβουλίας, μέσα από τη γενίκευση της πεί­ρας των ΚΟΒ, να εμπλουτίζεται και να βελτιώνεται ο γενικός προγραμμα­τισμός της ΚΕ.
49. Ειδικότερο πρόβλημα είναι - ως ζήτημα καθοδήγησης - η ελλιπής συστηματική δουλειά για την ωρίμανση στελεχών που απαιτεί η φάση που διανύουμε, ώστε να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτή­σεις, να μην αναπαράγουν πείρα και τρόπο δουλειάς που δεν αντιστοιχεί στη στρατηγική του Κόμματος ή περιέχει πείρα και τρόπο δουλειάς που έ­χει ξεπεραστεί. Μέσα από την καθοδηγητική δουλειά αναπαράγεται ακόμα ένας μηχανιστικός τρόπος προώθησης της στρατηγικής. Δεν έχει επιτευχθεί στον απαιτούμενο βαθμό και όσο εξαρτάται από τις προσπάθειες του υπο­κειμενικού παράγοντα, να δρα το Κόμμα σε ευρύτερες εργατικές λαϊκές μά­ζες που είναι παγιδευμένες ιδεολογικά στις αστικές και οπορτουνιστικές α­πόψεις, οι οποίες λόγω του συσχετισμού δυνάμεων τείνουν να πέσουν στη μικροαστική ανυπομονησία ή στη μοιρολατρική παθητικότητα που είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, της ενσωμάτωσης.
Δεν έχει κατακτηθεί, και είναι πρόβλημα καθοδήγησης, η δυνατότητα να δρα το Κόμμα μέσα σε συνθήκες όπου και αυθόρμητα μπαίνουν λαϊκές μά­ζες και ο αντίπαλος έχει τη δυνατότητα να τις ενσωματώνει με τα τεράστι­α μέσα που διαθέτει. Δεν έχει κατακτηθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η ικα­νότητα να παρεμβαίνει μαχητικά και πειστικά και εκεί που αναπτύσσονται δραστηριότητες δυνάμεων που επιδιώκουν τον αποπροσανατολισμό του κι­νήματος, την απομόνωση του ΚΚΕ. Υπάρχει και το αντίθετο πρόβλημα, να χάνεται ο πρωτοπόρος κομμουνιστικός ρόλος σε συνθήκες που μπαίνουν στη δράση, για πρώτη φορά, τμήματα της εργατικής τάξης και μικροαστι­κών στρωμάτων που έχασαν απότομα κατακτήσεις και στρέφονται σε αγώ­νες μόνο και μόνο για να διασώσουν τα στενά κλαδικά και τοπικά κεκτη­μένα και αυτά που δόθηκαν με σκοπό την εξαγορά και την ενσωμάτωση.
50. Παρά τις αδυναμίες, ελλείψεις και καθυστερήσεις που εμφάνισε το Κόμμα, και χωρίς ίχνος υποτίμησής τους, η συνολική δράση του προσφέρει θετική πείρα και είναι δυνατόν, με προϋπόθεση ότι εξάγονται α­ντικειμενικά και διδακτικά συμπεράσματα χωρίς μηδενισμό και οπωσδήπο­τε με πνεύμα αυτοκριτικής, να αποτελέσει παράγοντα που οδηγεί στην α­νάκαμψη του Κόμματος, στην ενδυνάμωσή του, στην κατάκτηση ικανότη­τας και αντοχής μπροστά στις μάχες που έρχονται, ώστε να εμποδιστούν εξελίξεις που συνιστούν πισωγύρισμα με τραγικές συνέπειες για το λαό, να αξιοποιηθούν οι όποιες δυνατότητες υπάρχουν ή εμφανιστούν για να ανοί­ξει ο δρόμος προς τη ριζική αλλαγή.
Ταυτόχρονα, πρέπει να υπολογίζεται πολύ σοβαρά ότι στη δράση και απο­τελεσματικότητα του Κόμματος βαραίνει αποφασιστικά και ο αρνητικός δι­εθνής συσχετισμός δυνάμεων, το γεγονός ότι έχει υποχωρήσει το διεθνές εργατικό κομμουνιστικό κίνημα κάτω από το βάρος της αντεπανάστασης και της μεγάλης διάδοσης του οπορτουνισμού στις γραμμές του. Ιδιαίτερα αρ­νητικός παράγοντας είναι η κατάσταση του εργατικού κινήματος στην Ευ­ρώπη, η διάβρωση που φέρνει η συμμετοχή Κομμουνιστικών Κομμάτων σε αστικές κυβερνήσεις, η γραμμή ενσωμάτωσης που υποστηρίζουν, η μηδε­νιστική και με αστικά κριτήρια στάση τους απέναντι στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και στη δυνατότητα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: