Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Ο "αμερικανικός εφιάλτης" του Κονέκτικατ



του Νίκου Μόττα
Αυτό που συνέβη πριν απο λίγες μέρες στο Νιούταουν του Κονέκτικατ ήταν αναμφίβολα μια πραγματική τραγωδία. Είκοσι αθώες ψυχές βρήκαν το θάνατο από τις σφαίρες του μακελάρη Άνταμ Λάνζα. Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που ένα τέτοιο θλιβερό περιστατικό συμβαίνει στις ΗΠΑ: Το 2007 στο Πολυτεχνείο της Βιρτζίνια ένας 22χρονος φοιτητής άνοιξε πυρ σκοτώνοντας 32 άτομα και τραυματίζοντας 17. Ένα χρόνο πριν, το 2006, ένας πατέρας εισήλθε οπλισμένος σε σχολείο της Πενσυλβάνια κρατώντας ομήρους δέκα μαθητές δημοτικού, απ' τους οποίους σκότωσε τους πέντε και αυτοκτόνησε. Το 1999, στο γυμνάσιο του Κόλουμπαϊν, στο Κολοράντο, δύο οπλισμένοι έφηβοι “καθάρισαν” εν ψυχρώ 12 συμμαθητές τους και τη δασκάλα τους, τραυματίζοντας συνολικά 24 άτομα. Το 1989, ένας 26χρονος είχε ανοίξει πυρ με ένα αυτόματο ΑΚ47 σε νηπιαγωγείο του Κλίβελαντ σκοτώνοντας πέντε μικρά παιδιά και τραυματίζοντας τριάντα. Εάν πάμε πολλές δεκαετίες παλαιότερα, το 1927, θα βρούμε την υπόθεση ενός 55χρονου που σε επιχείρηση αυτοκτονίας αφαίρεσε τη ζωή 38 παιδιών σε σχολείο του Μίσιγκαν.
Οι παραπάνω περιπτώσεις αποτελούν ένα μικρό δείγμα της βίας που ενυπάρχει στα σπλάχνα της αμερικανικής κοινωνίας. Σε τέτοιου είδους περιστατικά, υπάρχουν δύο βασικά επιχειρήματα που δίνονται (απο μέσα ενημέρωσης, ειδήμονες και πάσης φύσεως σχολιαστές) προκειμένου να εξηγήσουν τους λόγους που οδηγούν ανθρώπους υπεράνω υποψίας σε τέτοιες πράξεις. Το σαλεμένο μυαλό του, συνήθως, “μοναχικού” και “ιδιόρρυθμου” δράστη και, κατά δεύτερον, η ύπαρξη του νόμου περί οπλοκατοχής στις ΗΠΑ. Η εξήγηση αυτή λέει τη μισή αλήθεια. Και αυτό διότι αφήνει έξω απ' το κάδρο του μακελειού, τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες μέσα στις οποίες διαμορφώνονται και οπλίζονται οι μακελάρηδες, αποφασισμένοι να δολοφονήσουν χωρίς οίκτο. Το τραγικό περιστατικό του Κονέκτικατ δε μπορεί να εξηγηθεί απλοϊκά, λαμβάνοντας υπ' όψη μονάχα την (πιθανή) σχιζοφρένεια του Άνταμ Λάνζα, ή το γεγονός ότι η οπλοχρησία είναι συνηθισμένο φαινόμενο στις αμερικανικές πολιτείες. Μπορεί να εξηγηθεί μόνο όταν δούμε τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές δομές και βάσεις πάνω στις οποίες στηρίχθηκε – και στηρίζεται - η καπιταλιστική υπερδύναμη, η γη του περίφημου “αμερικανικού ονείρου”.
Η ιστορία των Ηνωμένων Πολιτείων, από την ίδρυση τους ως ενιαίο κράτος μέχρι και σήμερα, είναι ιστορία γεμάτη ταξική εκμετάλλευση, ρατσισμό, κοινωνική και φυλετική βία, ιμπεριαλιστικούς πολέμους, πολιτισμικές αξίες βασισμένες στον τσαμπουκά, το κέρδος και τη θεοποίηση του χρήματος. Από την σφαγή των αυτοχθόνων ινδιάνικων-ερυθρόδερμων πληθυσμών το 19ο αιώνα από τους λευκούς αποικιοκράτες μέχρι το πρόσφατο περιστατικό στο Κονέκτικατ υπάρχει ένα ολόκληρο ιστορικό βίας, είτε αυτό είναι φανερό, είτε συγκεκαλυμμένο πίσω απ' τη φανταχτερή βιτρίνα του σύγχρονου αμερικανικού λάιφσταϊλ, του Χόλυγουντ και της χλιδής. Και αν το καπιταλιστικό σύστημα της υπερδύναμης προσπαθεί σήμερα να ρίξει τις ευθύνες στον Λάνζα (και στον κάθε, παράφρονα ή μη, οπλισμένο φονιά) σίγουρα δε μπορεί να αποκρύψει την πλήρη αποσύνθεση του αμερικανικού κοινωνικού ιστού. Σίγουρα δε μπορεί να κρύψει τη “γύμνια” του αμερικανικού ονείρου το οποίο ωσάν ταριχευμένο πτώμα προσπαθεί να το διατηρήσει άθικτο στο μυαλό της κοινής γνώμης το καπιταλιστικό σύστημα.
Διότι, οι νόμοι περί οπλοκατοχής μπορεί να οπλίζουν τα χέρια των μακελάρηδων, αλλά τα δολοφονικά ένστικτα είναι “φυτεμένα” στις συνειδήσεις τους από το ίδιο το σύστημα που τους γεννά. Ένα σύστημα του οποίου ο καθρέφτης είναι η ίδια η ιστορία του αμερικανικού καπιταλισμού. Είναι με απλά λόγια, η Ιστορία:
− Των σφαγιασθέντων ινδιάνικων πλυθησμών το 19ο αιώνα απ' τους αποικιοκράτες που αφού δολοφονούσαν μαζικά, υφάρπαζαν τα υπάρχοντα και τη γη των γηγενών.
− Των εκατομμυρίων αφρικανών σκλάβων-δουλοπάροικων που, όντας ιδιοκτησία λευκών γεωκτημόνων, αναπλήρωναν την έλλειψη εργατικού δυναμικού που είχε ανάγκη η αμερικανική φεουδαρχία του 18ου και 19ου αιώνα προκειμένου να “χτίσει” να αιματοβαμμένα κέρδη της.
− Του ρατσισμού κατά των αφροαμερικανών πολιτών που “άνθισε” στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Των δημόσιων λυντσαρισμάτων, της Κου Κλουξ Κλαν και της έλλειψης στοιχειωδών πολιτικών δικαιωμάτων.
− Της έντονης ταξικής καταπίεσης και εκμετάλλευσης που η αμερικανική εργατική τάξη υφίσταται από συστάσεως των Ηνωμένων Πολιτειών. Της ταυτόχρονης διεύρυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων που εκφράζεται με την ύπαρξη 50 εκατομμυρίων ανασφάλιστων πολιτών, την αύξηση των συσσιτίων στις καπιταλιστικές μεγαλουπόλεις, την ακατάπαυστη θεοποίηση του κέρδους πατώντας επί πτωμάτων, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
− Των κοινωνικών εξεγέρσεων που καταπνίχθηκαν από την αστυνομική βία, όπως οι ταραχές του 1992 στο Λος Άντζελες. Τότε που ο νεαρός αφροαμερικανός εργάτης Ρόντνι Κινγκ είχε ξυλοκοπηθεί άγρια από αστυνομικούς ξεσηκώνοντας βίαιες αντιδράσεις (συνολικά 53 νεκροί) στη μεγαλούπολη της Καλιφόρνια.
− Των εγκληματικών ιμπεριαλιστικών στρατιωτικών επεμβάσεων του στρατού των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ σε πλειάδα χωρών όπως: Κορέα, Καμπότζη, Βιετνάμ, Χιλή, Ιράκ, Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Λιβύη. Επεμβάσεις που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης των ΗΠΑ είθισται να παρουσιάζουν στον αμερικανικό λαό άλλοτε ως “πόλεμο κατά της τρομοκρατίας”, άλλοτε ως “διάδοση δημοκρατικών αξιών”, “προστασία του ελεύθερου κόσμου”, “μάχη του καλού ενάντια στο κακό” και άλλα τινά.
− Της κουλτούρας των κινηματογραφικών ταινιών δράσης που αναγάγουν, έστω και υποσυνείδητα, σε ήρωες τους “σκληρούς” ράμπο και τους κατά συρροή δολοφόνους, τους ισχυρούς που επιβιώνουν σε μια κοινωνική ζούγκλα.
− Της νομοθεσίας περί οπλοκατοχής που έχει επιτρέψει να κυκλοφορούν στις ΗΠΑ περί τα 250 εκατομμύρια όπλα (στοιχεία της Εθνικής Ένωσης Όπλων) και να υπάρχουν 88.8 όπλα ανα 100 κατοίκους στη χώρα.
Ασφαλώς, ο λόγος της ύπαρξης αυτής της νομοθεσίας (ένας ανήλικος 11 χρόνων δύναται να αγοράσει όπλο) πρέπει να αναζητηθεί προτίστως στα κέρδη που αποκομίζουν οι εταιρείες που κατασκευάζουν τα όπλα και όχι στη δήθεν ανάγκη... για προστασία από εγκληματίες. Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι, πολιτικοί, μέλη του κονγκρέσου και της γερουσίας, είναι απόλυτα συμμέτοχοι στο έγκλημα. Από την εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα το 2008 και έπειτα η εταιρεία όπλων Ruger σημείωσε αύξηση του τζίρου κατά 98%, από 117 εκατομ. δολάρια σε 232 εκατομ. δολάρια. Το άλλο μονοπώλιο όπλων, η Winchester, σημείωσε αύξηση κερδοφορίας κατά 33%. Παρ' όλα αυτά, η κερδοφορία αυτή δεν ήταν αρκετή για το λόμπυ της Εθνικής Ένωσης Όπλων, το οποίο στις εκλογές του περασμένου Νοέμβρη αποφάσισε δημόσια να στηρίξει τον ρεπουμπλικάνο Μιτ Ρόμνι στις προεδρικές εκλογές, προσδοκώντας προφανώς ακόμη μεγαλύτερα κέρδη, ευνοϊκότερες νομοθετικές ρυθμίσεις και ισχυροποίηση των μονοπωλιακών συμφερόντων τους.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την επονομαζόμενη και “γη των γενναίων και την οικία της ελευθερίας”, δεν έχουν όλοι οι πολίτες πρόσβαση στη δωρέαν κοινωνική ασφάλιση και υγεία – όλοι όμως έχουν πρόσβαση στην αγορά όπλων. Δεν είναι στην Κούβα και τη Βόρειο Κορέα που υπάρχουν πολίτες δεύτερης και τρίτης κατηγορίας, αλλά στη λαμπερή καπιταλιστική υπερδύναμη. Το καπιταλιστικό, εκμεταλλευτικό σύστημα, λοιπόν, είναι αυτό που γεννά τη βία, καθώς εμπεριέχει μέσα του τον σπόρο της κοινωνικής ζούγκλας, όπου ο δολιότερος, ο κατέχων τα μέσα, ο πιο ικανός στην ίντριγκα και την “καπατσοσύνη”, κατακτά το ύψιστο ιδανικό, δηλαδή το κέρδος. Και όταν σε μια κοινωνία καλλιεργούνται ιδανικά βασισμένα στο χρήμα, τη βία και την ανισότητα τότε τραγωδίες όπως αυτή του Κονέκτικατ δε μπορούν παρά να είναι συνηθισμένο φαινόμενο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: