«Οταν αυτοί που είναι ψηλά / μιλάνε για ειρήνη / Ο
απλός λαός ξέρει / πως έρχεται ο πόλεμος / όταν αυτοί που είναι ψηλά /
καταριούνται τον πόλεμο / διαταγές για επιστράτευση / έχουν υπογραφεί»*
***
Παράξενο Πάσχα. Η επόμενη μέρα του είναι πάλι σταύρωση. Και - τι
παράξενο - ακριβώς εκεί που γεννήθηκε το φως το ανέσπερο.
***
Παρά τις διακηρύξεις για φως στην άκρη του τούνελ, το αίτημα για
«μόρφωση - ψωμί - δουλειά» παραμένει ακέραιο. Μάλιστα, σε όλο και πιο πολλές των
περιπτώσεων είναι προϋπόθεση επιβίωσης.
Από τον καιρό που ο Βάρναλης
αναρωτιούνταν στους «Μοιραίους» τι φταίει, η απάντηση έχει δοθεί ξανά και ξανά.
Οσο δε λύνεται το πρόβλημα των προβλημάτων, η ατομική ιδιοποίηση του κοινωνικά
παραγόμενου πλούτου, ανάσταση δεν έχει.
***
Παράξενο Πάσχα.
Πάσχισαν κάπως τηλεοπτικά να του δώσουν μια αίσθηση
«γκλάμουρ», κάτι από Μύκονο βρε αδερφέ, τζίφος. Ο,τι χαζοχαρούμενο κι άν έριξαν
στην πιάτσα έλαμψε τόσο όσο και τα δευτερόλεπτα που του αντιστοιχούσαν σε
κάποιο τηλεοπτικό δελτίο.
***
Φταίει ίσως που -όπως
παραπονιέται συχνά - πυκνά η αστική τάξη- οι φιλελεύθερες ιδέες δεν είχαν
πέραση στους διανοούμενους, ενώ αντίθετα κυριαρχούσαν οι ιδέες της κοινωνικής
απελευθέρωσης.
***
Φταίει που οι
διανοούμενοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία δεν μπήκαν μπροστά να υμνήσουν την
εκμετάλλευση.
Λιγοστοί που στην πράξη
τάχθηκαν με το μέρος του εκμεταλλευτή, βυθίστηκαν στην εφόρου ζωής ανυποληψία.
Πασχίζει κατά καιρούς η αστική τάξη να τους σηκώσει ψηλά (τι τίτλους
πανεπιστημιακούς τους δίνει, τι σελίδες επί σελίδων στα έντυπά της, τι εκπομπές
να 'χουν να λένε μπας και πείσουν το πόπολο (χα, χτες ο Μαραντζίδης ήταν ξανά
στην τηλεόραση με το αγαπημένο του θέμα: το ξόρκισμα του ΔΣΕ), μάταιος κόπος.
Στο τέλος, μένει ένα μνήμα με λαμπρό ανάγλυφο κι από κάτω ένα σαρκίο που ούτε
τα σκουλήκια το θέλουν. Ο,τι ακριβώς αντιστοιχεί σ' όσους και σήμερα αποδίδουν
τη θέληση των ανθρώπων να ζουν ανθρώπινα σε μια νοσταλγία που ζητά το
ψυχιατρείο της.
***
Λένε πως το πιο βαθύ
σκοτάδι είναι πριν το χάραμα. Κάτι, λοιπόν, ξέρει η αστική τάξη όταν στρέφει
την προσοχή της στο σκοτάδι. Παρά την τόση τέχνη που καταναλώνουν, άλλοι στίχοι
τους στοιχειώνουν.
***
«Αυτοί που βρίσκονται ψηλά / θεωρούνε ταπεινό / να
μιλάς για το φαΐ / ο λόγος; έχουνε κι όλας φάει.
Οι ταπεινοί αφήνουνε τον κόσμο / χωρίς να 'χουνε
δοκιμάσει κρέας της προκοπής/
Πώς ν' αναρωτηθούν πού 'θε έρχονται / και πού
πηγαίνουν / είναι τα όμορφα / δειλινά τόσο αποκαμωμένοι / το βουνό και την
πλατιά τη θάλασσα / δεν τα 'χουν ακόμα δει / όταν σημαίνει η ώρα τους.
Αν δεν νοιαστούν οι ταπεινοί / γι' αυτό που είναι
ταπεινό / ποτέ δεν θα υψωθούν
Το ημερολόγιο / δεν δείχνει ακόμα την ημέρα / όλοι οι
μήνες, όλες οι ημέρες / είναι ανοιχτές / κάποια απ' αυτές θα σφραγιστεί / μ'
έναν σταυρό
Οι εργάτες φωνάζουν για ψωμί / οι έμποροι φωνάζουν γι'
αγορές / οι άνεργοι πεινούσαν / τώρα πεινάνε κι όσοι εργάζονται.
(...)Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους / για τις
μεγάλες εποχές που θα 'ρθουν» *
*(Από το «Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου» του Μπ.
Μπρεχτ).
Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου